Η ικανότητά μας να εμπιστευόμαστε τους άλλους και να «αφηνόμαστε» πλήρως σε μία σχέση, είναι αποτέλεσμα της ιδιοσυγκρασίας μας αλλά και των προηγούμενων εμπειριών μας.
Υπάρχουν κυρίως δύο κατηγορίες ατόμων: τα άτομα που εμπιστεύονται πλήρως ένα αγαπημένο πρόσωπο και διατηρούν αυτή τη σχέση, όσο ο άλλος ανταποκρίνεται θετικά στην εμπιστοσύνη τους και εκείνα που πάντα κρατούν μία απόσταση και εμπιστεύονται τους άλλους σταδιακά.
Στην πρώτη κατηγορία, η απόφαση για πλήρη εμπιστοσύνη είναι συνειδητή και για αυτό το λόγο, τα άτομα που λειτουργούν έτσι, είναι συνήθως πολύ αυστηρά με τους άλλους. Δηλαδή, απομυθοποιούν σχεδόν αμέσως ένα άτομο που θα τους «προδώσει», καθώς θεωρούν ότι οι ίδιοι ήταν απόλυτα δοτικοί μαζί τους. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι δε δίνουν δεύτερες ευκαιρίες στους άλλους.
Η δεύτερη κατηγορία, αποτελείται από τα άτομα που πάντα κρατούν μια αμφιβολία, δηλαδή μια συναισθηματική απόσταση/ κάλυψη, απέναντι σε ενδεχόμενες «προδοσίες». Τα άτομα αυτά είναι επιφυλακτικά και προσπαθούν να προστατέψουν περισσότερο τον εαυτό τους. Αν τα αγαπημένα πρόσωπα δείξουν ότι εκτιμούν και σέβονται την εμπιστοσύνη τους, συνήθως αυτά τα άτομα επενδύουν πλήρως στη σχέση και τα άτομα.
Σε περιπτώσεις που ένα άτομο έχει συναντήσει στη ζωή του πολλές δυσκολίες και πολλές φορές αγαπημένα άτομα που εμπιστευόταν το έχουν απογοητεύσει, για να μην ξανανιώσει τον ίδιο πόνο, αρχίζει σταδιακά να χάνει την ικανότητα να εμπιστεύεται γενικά.
Στην πράξη, όταν δημιουργεί μια σχέση (φιλική ή ερωτική) είναι πολύ απόλυτο ως προς τις απαιτήσεις του και δε δίνει εύκολα δεύτερες ευκαιρίες. Στο πρώτο ολίσθημα του άλλου, απογοητεύεται τόσο, ώστε να μη θέλει να κάνει καμία προσπάθεια για τη σχέση.
Την ίδια συμπεριφορά έχουν και άτομα που ο ψυχισμός τους χαρακτηρίζεται από μία βαθιά ανασφάλεια, ακόμα και αν οι εξωτερικές συνθήκες δεν υπήρξαν στερητικές και δύσκολες. Σε αυτές τις περιπτώσεις η σκέψη που επικρατεί είναι ότι «ο άλλος σίγουρα θα με προδώσει/αφήσει/ πληγώσει, γιατί δεν αξίζω να με αγαπά». Όπως είναι προφανές, όταν ισχύει μια τέτοια συνθήκη, το άτομο πρέπει να κάνει δουλειά με τον εαυτό του, για να καταφέρει να αναπτύξει σχέσεις σε διάρκεια.
Τέλος, μια πιο παιδική αντίδραση, είναι ο άκρατος ενθουσιασμός και το δόσιμο χωρίς σκέψη. Ειδικά όταν αυτό επαναλαμβάνεται, φανερώνει έναν πιο ανώριμο ψυχισμό, καθώς δε μαθαίνει από τα λάθη του. Σε αυτή την περίπτωση, το άτομο όχι μόνο απογοητεύεται από την προδοσία-αν τύχει κάτι τέτοιο- αλλά πραγματικά γκρεμίζεται η γή κάτω από τα πόδια. Σε δεύτερη, βέβαια, ανάλυση, πρόκειται για άτομα που νιώθουν πιο «επιδερμικά» και συνήθως δεν εμβαθύνουν στα συναισθήματά τους.
Ως τελικό και γενικότερο σχόλιο, ο τρόπος που εμπιστευόμαστε διαφέρει από άτομο σε άτομο, αλλά υπό φυσιολογικές συνθήκες καταφέρνουμε να συνάψουμε δυνατούς συναισθηματικούς δεσμούς με τους φίλους και τους αγαπημένους μας. Μια σχέση εμπιστοσύνης δεν πρέπει να είναι άκαμπτη και απόλυτη, καθώς ο καθένας μπορεί να κάνει κάποιο λάθος. Η πραγματική εμπιστοσύνη έχει επιτευχθεί όταν ο ένας σέβεται τις ανάγκες του άλλου και νιώθει πραγματικά ότι «ο δικός του άνθρωπος» δε θα τον πλήγωνε ποτέ σκοπίμως.
Ευχαριστούμε την ψυχολόγο Νέλλη Θεοδοσίου ( info@theodosiounelly.gr) για το κείμενο.
αναδημοσίευση από http://www.jenny.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας...